- εναντιοπαθής
- ης, ες мат. обратный
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εναντιοπαθής — ές αυτός που έχει αντίθετες ιδιότητες, αυτός που διατίθεται με αντίθετο τρόπο (για αριθμούς και ποσά). επίρρ... εναντιοπαθώς με αντίθετες ιδιότητες … Dictionary of Greek
ἐναντιοπαθῶς — ἐναντιοπαθής of contrary properties. adverbial (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιοπαθεῖ — ἐναντιοπαθέω have contrary properties pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐναντιοπαθέω have contrary properties pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) ἐναντιοπαθής of contrary properties. masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐναντιοπαθεῖς — ἐναντιοπαθέω have contrary properties pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐναντιοπαθής of contrary properties. masc/fem acc pl ἐναντιοπαθής of contrary properties. masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)